Ρομαντικός και μελαγχολικός Έλληνας της Πετρούπολης

γράφει η Ευγενία Κριτσέφσκαγια

Γνωρίζουμε πολύ καλά τον ελληνισμό (και τον φιλελληνισμό) της Αγίας Πετρούπολης, αρχής γενομένης από τον Ιωάννη Καποδίστρια, και σχεδόν αγνοούμε τους διάσημους Έλληνες της πόλης του Μεγάλου Πέτρου του 21 αιώνα. «Ζουν λίγοι Έλληνες στο Λένινγκραντ», έγραφε ακόμα το 1966 ο Ιωσήφ Μπρόντσκι στο ποίημά του Μια στάση στην έρημο. Δεν ξέρουμε κατά πόσο άλλαξε η κατάσταση μισό αιώνα μετά, αλλά τουλάχιστον ο Γιάννης Τσαμαλίδης θα έπρεπε να έχει γίνει το ελληνικό «σήμα κατατεθέν» της Βόρειας πρωτεύουσας της Ρωσίας. Το όνομά του όμως δεν έχει ακουστεί στην Ελλάδα καθόλου, σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές χώρες, και ιδιαιτέρως – τις «Μέκκες» της παγκόσμιας μόδας – Παρίσι, Μιλάνο, Λονδίνο. Το brand name του διάσημου έλληνα μόδιστρου της Ρωσίας και συγκεκριμένα της Αγίας Πετρούπολης – Yanis Chamalidy – φιγουράρει στα ακριβότερα και μεγαλύτερα καταστήματα ρούχων των ευρωπαϊκών πρωτευουσών.

Γεννήθηκε ο Γιάννης Τσαμαλίδης το 1976, στο σπίτι της οδού Γκρέτσεσκαγια, δηλαδή, στην Ελληνική οδό του Λένινγκραν,  η γιαγιά και η προγιαγιά του ήταν ράφτρες. Έκανε τις ανώτατες σπουδές στο  Fashion Design και στα 17 του χρόνια δημιούργησε την πρώτη του κολεξιόν. Στα 21 του άνοιξε τον Οίκο Μόδας Yanis Chamalidy και ξεκίνησε να ράβει για τη ρωσική ελίτ, ένα χρόνο αργότερα η περίφημη και περιβόητη Isabella Blow –  fashion director του περιοδικού Tatler, Βρετανίδα fashion icon – θα εκθειάζει τον Γιάννη Τσαμαλίδη στο μεγάλο άρθρο της στoυς SUNDAY TIMES. Ο Οίκος Γιάννης Τσαμαλίδης έντυσε την γαλλίδα τραγουδίστιρα Πατρίσια Κας σε μια από τις παγκόσμιες περιοδείες της.  Σήμερα, στα 42 του χρόνια ο Έλληνας της Αγίας Πετρούπολης είναι ένας από τους διασημότερους μαιτρ της σύγχρονης ευρωπαϊκής και παγκόσμιας μόδας.

Παρά τη δόξα, ο περιζήτητος μόδιστρος δεν εγκαταλείπει τη γενέτειρά του: ο Οίκος μόδας του πάντα βρίσκεται στο κέντρο της πόλης, δεν τον δελεάζουν ούτε η λαμπρή Μόσχα, ούτε καμιά άλλη ευρωπαϊκή πρωτεύουσα. Παραμένει πετρουπολίτης και Έλληνας: τα ρούχα του είναι δωρικά, μινιμαλιστικά, το αγαπημένο χρώμα – το λευκό, χρώμα του μαρμάρου.

«Δεν σχεδίαζα ποτέ φορέματα, τα έραβα απευθείας, ομολογεί ο μόδιστρος. Έκοβα υφάσματα, τα έσκιζα, μετά τα καρφίτσωνα… Δεν φοβόμουν να το κάνω, γιατί μια ζωή παρακολουθούσα τη γιαγιά να μεταμορφώνει τα υφάσματα σε ιδανικά ρούχα».

Το Vogue τον συμπεριέλαβε στη λίστα των 100 καλύτερων ντιζάινερ του κόσμου, αλλά αν υπήρχε μια παγκόσμια λίστα των πιο μετριοφρόνων μαιτρ της μόδας, σύγουρα ο Γιάννης Τσαμαλίδης θα βρισκόταν στην κορυφή της.

«Αν δεν είχα γίνει ντιζάινερ, θα είχα γίνει πιθανόν αρχιτέκτονας, και αν μπορούσα να γράφω ποιήματα – θα είχα γίνει ποιητής, λέει. Θα υμνούσα την ομορφιά των γυναικών και τις αρετές των ανδρών. Αυτό κάνω εξ’ άλλου και τώρα, μόνο στη σφαίρα της μόδας. Κάθε μου κολεξιόν δεν είναι απλά ρούχα, είναι πάντα ιστορία, πάντα φιλοσοφία. Γιατί η μόδα είναι τέχνη. Αν η τέχνη εμπνέει τον άνθρωπο να δημιουργεί μορφές, η μόδα εισάγει αυτές τις μορφές στη ζωή, τους δίνει σάρκα και οστά».

Αρχιτεκτονική, τέχνη, ιστορία, φιλοσοφία… Ο μελαγχολικός Έλληνας της Αγίας Πετρούπολης δεν έμαθε από τους Έλληνες προγόνους του μόνο την τέχνη της ραπτικής. Έμαθε την τέχνη της ζωής, την αρχή της καλοκαγαθίας, εμπεδώνοντας ότι το εξωτερικό κάλλος δεν λογίζεται δίχως την εσωτερική ομορφιά και την ισορροπία.